Η απίστευτη και επικίνδυνη ιστορία της θαυμάστριας που προσπάθησε να ταχυδρομηθεί στους Beatles.
Ήταν η δεκαετία του ’60. Μία εποχή αλλαγών, αναβρασμού, και μιας μουσικής επανάστασης που σάρωνε τον πλανήτη με την ορμή τυφώνα. Στο επίκεντρο αυτού του σεισμού; Τέσσερις νεαροί από το Λίβερπουλ, με κουρέματα που έμοιαζαν με mushroom bob και τραγούδια που κολλούσαν στο μυαλό σαν τσίχλα. Οι Beatles.
Πριν από αυτούς, υπήρχαν είδωλα, ναι. Ο Elvis Presley είχε κάνει τα κορίτσια να λιποθυμούν με το κούνημα των γοφών του, ο Frank Sinatra μάγευε με τη βελούδινη φωνή του. Αλλά οι Beatles; Οι Beatles ήταν κάτι άλλο.
Δεν ήταν απλώς ένα συγκρότημα, ήταν ένα φαινόμενο. Μία παλίρροια λατρείας που βαφτίστηκε εύστοχα Beatlemania. Μία παγκόσμια υστερία, μία συλλογική έκσταση που τύλιγε εκατομμύρια νέους – και κυρίως νέες – σε κάθε γωνιά της υφηλίου.
Οι συναυλίες τους δεν ήταν απλές ήταν τελετουργίες εκτόνωσης, πανδαιμόνια όπου ο ήχος των οργάνων πνιγόταν από τις διαπεραστικές κραυγές χιλιάδων λαρυγγιών. Τα αεροδρόμια μετατρέπονταν σε πεδία μάχης, με ορδές θαυμαστνών α πολιορκούν τα αεροπλάνα, τα ξενοδοχεία, ακόμα και τα αυτοκίνητα που μετέφεραν τα τέσσερα «Σκαθάρια».
Και, ας είμαστε ειλικρινείς, ποιος θα μπορούσε να κατηγορήσει αυτά τα κορίτσια;
Οι Beatles δεν ήταν μόνο δημιουργοί ακαταμάχητων pop διαμαντιών που μιλούσαν κατευθείαν στην καρδιά μιας γενιάς. Ήταν και τέσσερα αγόρια με ακαταμάχητη γοητεία: όμορφοι, με εκείνη την ελκυστική προφορά του Λίβερπουλ, ένα βλέμμα γεμάτο σκανταλιά και μία αύρα προσιτής επανάστασης. Αντιπροσώπευαν την ελπίδα, τη νιότη, την απόδραση από τη μουντή καθημερινότητα.
Ωστόσο, η λατρεία, όπως και η φωτιά, μπορεί να γίνει επικίνδυνη όταν ξεφεύγει από τον έλεγχο. Η γραμμή ανάμεσα στον θαυμασμό και την εμμονή είναι συχνά λεπτή, σχεδόν αόρατη.
Και ενώ σήμερα μιλάμε για τις παρακοινωνικές σχέσεις που αναπτύσσονται στην εποχή του διαδικτύου, όπου οι θαυμαστές νιώθουν μία ψευδαίσθηση οικειότητας με τα είδωλά τους, η δεκαετία του ’60 απέδειξε ότι η ακραία, σχεδόν παράλογη αφοσίωση δεν χρειαζόταν οθόνες και πληκτρολόγια για να εκδηλωθεί με τρόπους που άγγιζαν τα όρια του εξωφρενικού – και του επικίνδυνου.
Το έτος της παράνοιας: 1966
Βρισκόμαστε στο 1966. Οι Beatles είναι, χωρίς αμφιβολία, το μεγαλύτερο όνομα στη μουσική βιομηχανία παγκοσμίως. Η Beatlemania βρίσκεται στο απόγειό της, μία φρενίτιδα που δεν δείχνει σημάδια κάμψης.
Και κάπου στο Σάντερλαντ, μία πόλη στη βορειοανατολική Αγγλία, μία νεαρή θαυμάστρια ονόματι Carol Dryden, καταστρώνει ένα σχέδιο τόσο παράτολμο, τόσο απίστευτο, που θα έγραφε το όνομά της στα χρονικά των πιο ακραίων εκδηλώσεων λατρείας.
Η Carol δεν ήθελε απλώς να δει τους Beatles. Δεν της αρκούσε να ουρλιάξει το όνομά τους σε μία συναυλία ή να περιμένει ώρες έξω από ένα στούντιο ηχογράφησης για μία φευγαλέα ματιά. Η Carol ήθελε να τους συναντήσει. Να βρεθεί κοντά τους, να τους αγγίξει, να γίνει μέρος του κόσμου τους.
Και η μέθοδος που επινόησε για να το πετύχει, ξεπερνούσε κάθε φαντασία. Αποφάσισε ότι ο πιο σίγουρος τρόπος για να φτάσει στα είδωλά της ήταν… να ταχυδρομηθεί!
Το σχέδιο «δέμα για τους Beatles»
Ναι, καλά διαβάσατε. Η Carol Dryden, με τη βοήθεια μιας εξίσου ενθουσιώδους (και απερίσκεπτης) φίλης της, αποφάσισε να συσκευάσει τον εαυτό της και να αποσταλεί ταχυδρομικώς, σαν ένα κανονικό δέμα, απευθείας στην πόρτα των Beatles στο Λονδίνο.
Το όχημα για αυτό το απίστευτο ταξίδι; Ένα ξύλινο κιβώτιο, από αυτά που χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά τσαγιού. Ένα αντικείμενο στιβαρό, αλλά καθόλου σχεδιασμένο για να φιλοξενεί έναν ζωντανό άνθρωπο. Οι δύο φίλες ετοίμασαν το κιβώτιο, η Carol χώθηκε μέσα, και η φίλη της ανέλαβε να το σφραγίσει και να κανονίσει την αποστολή του.
Μέσα στην απελπισία και τον πυρετό της προετοιμασίας, όμως, μία κρίσιμη, θανατηφόρα λεπτομέρεια παραβλέφθηκε. Στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν ότι το «δέμα» θα έφτανε στον προορισμό του, ξέχασαν το πιο βασικό: τον αέρα. Δεν άνοιξαν ούτε μία τρύπα στο ξύλινο κιβώτιο.
Η παροχή οξυγόνου για την Carol μέσα σε εκείνο το σκοτεινό, κλειστοφοβικό κουτί ήταν σχεδόν μηδενική. Κάθε λεπτό που περνούσε, ο αέρας λιγόστευε, μετατρέποντας το παράτολμο σχέδιο σε μία θανάσιμη παγίδα.
Η σωτήρια παρατηρητικότητα
Παρά τις εγγενείς δυσκολίες και τον κίνδυνο, το μακάβριο «δέμα» κατάφερε να φτάσει στον σιδηροδρομικό σταθμό του Σάντερλαντ, έτοιμο να ξεκινήσει το ταξίδι του προς το Λονδίνο και τη δόξα (ή την τραγωδία).
Εκεί, όμως, στην αποβάθρα, η τύχη (και η κοινή λογική) παρενέβη με τη μορφή ενός παρατηρητικού υπαλλήλου. Κάτι στο κιβώτιο του κίνησε την περιέργεια. Ίσως το βάρος, ίσως κάποιος ανεπαίσθητος θόρυβος, ίσως απλώς μία διαίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με αυτό το συγκεκριμένο φορτίο. Ο υπάλληλος, αντί να το προσπεράσει, αποφάσισε να το ερευνήσει περαιτέρω και ειδοποίησε τις αρχές.
Η συνέχεια ήταν σαν σκηνή από ταινία. Οι αστυνομικοί άνοιξαν το κιβώτιο και βρήκαν μέσα, στριμωγμένη και με εμφανή σημάδια δυσφορίας, τη νεαρή Carol Dryden. Το σχέδιό της να ταχυδρομηθεί στους Beatles είχε αποκαλυφθεί λίγο πριν πάρει, πιθανότατα, μία τραγική τροπή.
Η ψυχραιμία του υπαλλήλου που την ανακάλυψε ήταν αξιοσημείωτη. Σύμφωνα με τις αναφορές της εποχής, δήλωσε απλά ότι το κορίτσι «σύντομα θα λιποθυμούσε» λόγω της έλλειψης αέρα. Μία λιτή, σχεδόν κυνική διαπίστωση της σοβαρότητας της κατάστασης.
Από την άλλη, η ίδια η Carol, ακόμα και μετά τη διάσωσή της, φαινόταν να βρίσκεται σε έναν δικό της κόσμο, παρασυρμένη από το κύμα της Beatlemania.
Πίστευε ακράδαντα ότι αν λιποθυμούσε, δεν θα ήταν από ασφυξία, αλλά από την υπέρμετρη συγκίνηση και χαρά τη στιγμή που οι ίδιοι οι Beatles θα άνοιγαν το κιβώτιο και θα την υποδέχονταν στο Λονδίνο.

Μία πράξη αφοσίωσης στα όρια της αυτοκαταστροφής
Είναι περιττό να πούμε ότι η απόπειρα της Carol Dryden αποτελεί μία από τις πιο επικίνδυνες και απερίσκεπτες πράξεις που θα μπορούσε να διαπράξει κανείς στο όνομα του θαυμασμού. Η ιδέα της αποστολής ενός ανθρώπου, πόσο μάλλον ενός παιδιού, μέσα σε ένα ερμητικά κλειστό κιβώτιο, ισοδυναμεί με απόπειρα αυτοκτονίας.
Κι όμως, μέσα στην παραφροσύνη του σχεδίου, διακρίνει κανείς μία στρεβλή, σχεδόν μακάβρια αίσθηση ευρηματικότητας. Μία απελπισμένη πρωτοτυπία που γεννήθηκε από την απόλυτη ανάγκη για σύνδεση με το αντικείμενο της λατρείας.
Είναι μία ιστορία που, ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να είχε καταλήξει σε πρωτοσέλιδο με τίτλο τραγωδίας, μετατράπηκε σε μία απίστευτη, σχεδόν κωμικοτραγική, υποσημείωση στην ιστορία της Beatlemania.
Η περιπέτεια της Carol Dryden παραμένει ένα ακραίο, σχεδόν σουρεαλιστικό παράδειγμα του βάθους και της έντασης που μπορούσε να φτάσει η λατρεία των θαυμαστών σε μία εποχή πριν την άμεση, ψηφιακή πρόσβαση στα είδωλα.
Είναι μία ανατριχιαστική υπενθύμιση των κινδύνων που ελλοχεύουν όταν η αφοσίωση μετατρέπεται σε επικίνδυνη εμμονή, όταν η επιθυμία για επαφή θολώνει την κρίση και οδηγεί σε πράξεις που φλερτάρουν με τον θάνατο.
Μία ιστορία που μας κάνει να αναρωτιόμαστε για τα όρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς και τη δύναμη που μπορεί να ασκήσει ένα μουσικό φαινόμενο στις καρδιές και τα μυαλά των ανθρώπων.
Η Beatlemania, τελικά, δεν ήταν μόνο κραυγές και λιποθυμίες. Ήταν, για κάποιους, και ένα ταξίδι μέσα σε ένα ξύλινο κουτί.
Πηγή: postmelody.gr