Ο Nick Cave εξηγεί πώς η κεραμική τον έχει βοηθήσει να επεξεργαστεί τα τραύματα που του άφησε ο τραγικός θάνατος του γιου του.
Ο Nick Cave έχει χτίσει την καριέρα του πάνω στις απρόσμενες και τολμηρές καλλιτεχνικές επιλογές.
Από τις θρυλικές, χαοτικές συναυλίες του με τους The Birthday Party, ένα συγκρότημα που επαναπροσδιόρισε τα όρια του post-punk ήχου στις αρχές των ’80s, μέχρι την αναπάντεχη και άκρως επιτυχημένη συνεργασία του με την Kylie Minogue στο κλασικό πλέον τραγούδι «Where The Wild Roses Grow» ως ηγέτης των Nick Cave & the Bad Seeds, έχει αποδείξει ότι η έκπληξη και η ανατροπή είναι βασικά συστατικά του.
Ωστόσο, ακόμα και για τους πιο πιστούς θαυμαστές του, η ενασχόλησή του με την κεραμική γλυπτική, και μάλιστα με το ιδιαίτερο στιλ Staffordshire, αποτέλεσε μία αναπάντεχη αποκάλυψη.
Σίγουρα, το όνομα του Nick Cave συνδέεται άμεσα με τη σκοτεινή ποίηση, τη μελαγχολική μουσική και τις έντονες ερμηνείες, και ίσως η εικόνα του να πλάθει πηλό να μην είναι η πρώτη που έρχεται στο μυαλό.
Και όμως, τα τελευταία χρόνια, και ειδικότερα από την περίοδο της πανδημίας και έπειτα, ο 67χρονος καλλιτέχνης έχει αφιερωθεί με πάθος στην κεραμική, ανακαλύπτοντας μία νέα μορφή έκφρασης που συμπληρώνει και εμπλουτίζει το ήδη πολυσχιδές καλλιτεχνικό έργο του.
Η ενασχόληση του Nick Cave με την κεραμική δεν ήταν μία στιγμιαία έμπνευση, αλλά μία σταδιακή διαδικασία που ωρίμασε μέσα στην απομόνωση της πανδημίας.
Το 2022, το κοινό είχε την ευκαιρία να γνωρίσει για πρώτη φορά αυτή την πτυχή της δημιουργικότητάς του μέσα από την έκθεση «The Devil — A Life» στο Μουσείο Τέχνης Sara Hildén στο Tampere της Φινλανδίας.
Η έκθεση παρουσίαζε μία εντυπωσιακή σειρά από 17 κεραμικές φιγούρες του Nick Cave, σμιλευμένες με μεράκι και λεπτομέρεια, που αφηγούνταν με έναν μοναδικό τρόπο την ιστορία της ζωής του διαβόλου.
Η επιλογή του θέματος, αν και ίσως αναμενόμενη για τον Cave με την έμφαση που δίνει συχνά στο σκοτάδι και την ανθρώπινη φύση, εντούτοις ξάφνιασε με την υλοποίησή της σε αυτό το απρόσμενο μέσο.
Σε μία ειλικρινή και αποκαλυπτική συνέντευξή του στο The Art Newspaper, ο Nick Cave μίλησε με ενθουσιασμό για την αγάπη του για τις κεραμικές φιγούρες και για τη γένεση της σειράς «The Devil — A Life», η οποία μετά τη Φινλανδία, βρήκε στέγη στο Museum Voorlinden στη γραφική πόλη Wassenaar της Ολλανδίας.
«Συλλέγω γλυπτά σε στιλ Staffordshire εδώ και πολλά χρόνια. Απλώς μου αρέσουν αυτά τα αντικείμενα», ανέφερε, αποκαλύπτοντας μία λιγότερο γνωστή πτυχή της προσωπικότητάς του, αυτή του συλλέκτη και του λάτρη της λαϊκής τέχνης.
«Δεν είναι ακριβά έργα τέχνης. Τα βρίσκεις σε καταστήματα μεταχειρισμένων. Απλώς τα είχα μπροστά μου καθώς καθόμουν στο γραφείο», συνέχισε.
«Βαρεθήκαμε κάπως κατά τη διάρκεια του Covid και μας δόθηκε ο χρόνος να κάνουμε πράγματα που κανονικά δεν θα κάναμε. Κάθισα λοιπόν και κοίταζα ένα από αυτά τα Staffordshire και σκέφτηκα: “Μπορώ να το κάνω και εγώ αυτό”», εξήγησε.
Η παιδική ανάμνηση της μητέρας του να θαυμάζει τα πήλινα δημιουργήματά του στην εφηβεία, σε συνδυασμό με τον βαθύ συναισθηματικό αντίκτυπο του θανάτου της στα 92 της χρόνια κατά τη διάρκεια της πανδημίας, λειτούργησαν ως καταλύτες για την ενασχόλησή του με την κεραμική.
«Υπήρχε μία συναισθηματική έλξη. Κυρίως, σκέφτηκα: “Δεν μπορεί να είναι τόσο δύσκολο να φτιάξεις ένα από αυτά τα πράγματα”», είπε.
Ο Nick Cave ξεκαθάρισε ότι η αγάπη του για την κεραμική δεν εμπεριέχει ίχνος ειρωνείας ή σαρκασμού.
Αντίθετα, η δημιουργία της σειράς «The Devil — A Life» λειτούργησε ως μία βαθιά προσωπική και θεραπευτική διαδικασία, βοηθώντας τον να επεξεργαστεί και να συμφιλιωθεί με τα τραύματα και τις εσωτερικές συγκρούσεις που άφησε πίσω του ο τραγικός και αδόκητος θάνατος του αγαπημένου του γιου Arthur το 2015.
«Όλο αυτό άρχισε να αποκτά μία μυστηριώδη, μυστικιστική διάσταση», ανέφερε.
«Μετά [οι κεραμικές φιγούρες] άρχισαν να μπαίνουν σε σειρά, η μία μετά την άλλη, σαν να προσπαθούσαν να δώσουν νόημα στην προσωπική τραγωδία μου, με έναν τρόπο που δεν μπορούσα μέσα από τα τραγούδια μου, για κάποιο λόγο», σημείωσε.
Ολοκληρώνοντας τη σκέψη του, ο Nick Cave τόνισε τον βαθύ προσωπικό χαρακτήρα της κεραμικής δουλειάς του.
«Στο τέλος, όλο αυτό κατέληξε να είναι μία εξερεύνηση της ενοχής και της συγχώρεσης, σε σχέση με τον θάνατο του γιου μου. Ήταν κάτι που δεν μπορούσα ποτέ να αγγίξω στην τραγουδοποιία μου. Για μένα, [τα κεραμικά] έγιναν κάτι βαθιά προσωπικό», σημείωσε.
Η καλλιτεχνική πορεία του Nick Cave συνεχίζει να εξελίσσεται και να εκπλήσσει. Τον Αύγουστο του 2024, κυκλοφόρησε το «Wild God», το 18ο στούντιο άλμπουμ του με τους Bad Seeds.
Το «Wild God» απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και δύο υποψηφιότητες για Grammy, καθώς και μία υποψηφιότητα για το Australian Music Prize, αν και τελικά έχασε το βραβείο από το «Wirlmarni» της Kankawa Nagarra.
Η ικανότητα του Nick Cave να ανανεώνεται και να πειραματίζεται συνεχώς, τόσο στη μουσική όσο και σε άλλες μορφές τέχνης, αποδεικνύεται και από την αναπάντεχη και συγκινητική στροφή του στην κεραμική γλυπτική.
Πηγή: postmelody.gr