Το νέο άλμπουμ «People Watching» του Sam Fender είναι ένα indie rock χρονικό της σύγχρονης Βρετανίας.

Ο Sam Fender επιστρέφει με έναν δίσκο που μοιάζει με καθρέφτη, όχι μόνο του ίδιου, αλλά και μίας ολόκληρης γενιάς που παλεύει να βρει το δρόμο της μέσα σε μία χώρα που καταρρέει.

Το «People Watching» είναι μία καταγραφή, μία εξερεύνηση, μία προσπάθεια να κατανοήσει τους ανθρώπους γύρω του και – ίσως πιο σημαντικά – τον εαυτό του.

Δύο χρόνια, δύο πόλεις, δύο παραγωγοί. Ο Sam Fender ξεκίνησε το «People Watching» το 2023 στο Λονδίνο, δουλεύοντας με τον Markus Dravs (Coldplay, Björk, Arcade Fire), έναν παραγωγό που έχει βάλει τη σφραγίδα του σε μερικούς από τους πιο επιδραστικούς δίσκους των τελευταίων δεκαετιών.

Στη συνέχεια, το 2024, έκανε ηχογραφήσεις στο Λος Άντζελες, υπό την καθοδήγηση του Adam Granduciel των The War on Drugs – ενός καλλιτέχνη που ο ίδιος θαυμάζει βαθιά.

Το αποτέλεσμα; Ένα άλμπουμ που αναπνέει, που κουβαλάει την ενέργεια των δύο αυτών κόσμων, που ισορροπεί ανάμεσα στην ωμή βρετανική πραγματικότητα και στη λαμπερή αποξένωση του αμερικανικού ονείρου.

Το «People Watching» είναι ένα άλμπουμ γεμάτο χαρακτήρες. Είναι οι φίλοι του, οι γείτονές του, οι άνθρωποι που γνώρισε στην περιοδεία του. Είναι οι ιστορίες τους, οι φόβοι τους, οι μικρές στιγμές που τους καθορίζουν. Αλλά υπάρχει μία ειδοποιός διαφορά.

Στις προηγούμενες δισκογραφικές δουλειές του, «Hypersonic Missiles» και «Seventeen Going Under», ο Sam Fender μιλούσε από μέσα. Ήταν μέρος του σκηνικού, ένας νεαρός Βρετανός που μεγάλωσε ανάμεσα σε εγκαταλελειμμένα εργοστάσια και μισοσβησμένα όνειρα.

Τώρα, όμως, βρίσκεται απ’ έξω. Η επιτυχία τον έβγαλε από το περιβάλλον που τον διαμόρφωσε, και το αισθάνεται. Το βλέπει. Και αυτή η απόσταση είναι που κάνει το «People Watching» τόσο δυνατό.

Μία Βρετανία που σβήνει: Το σκοτεινό υπόβαθρο του άλμπουμ

Ωστόσο, όπως και στα προηγούμενα άλμπουμ του, ο Sam Fender συνεχίζει να εξερευνά ζητήματα που άπτονται της βρετανικής κουλτούρας και της εργατικής τάξης.

Δεν χρειάζεται να ζεις στο Νιούκαστλ για να καταλάβεις ότι η Βρετανία δεν είναι στα καλύτερά της. Οι χώροι ζωντανής μουσικής κλείνουν. Οι νέοι αγωνίζονται να πληρώσουν το νοίκι τους. Η τέχνη, η δημιουργικότητα, ακόμη και η αίσθηση κοινότητας μοιάζουν να διαλύονται.

Αυτό είναι το φόντο του «People Watching». Δεν είναι ένα πολιτικό μανιφέστο, αλλά ούτε και μία ωραιοποιημένη αφήγηση. Είναι μία σειρά από παρατηρήσεις, σαν εκείνες που κάνεις όταν κάθεσαι σε έναν σταθμό τρένου και βλέπεις τον κόσμο να περνάει.

Στο «Crumbling Empire», ο Sam Fender τραγουδά: «Δεν κάνω κήρυγμα, απλώς μιλάω / Δεν φοράω πια τα παπούτσια που φορούσα παλιά». Δεν προσπαθεί να δώσει απαντήσεις. Απλώς καταγράφει. Και αυτή η ειλικρίνεια είναι που κάνει το άλμπουμ τόσο μοναδικό.

Το εξώφυλλο του άλμπουμ κοσμεί μία φωτογραφία της Tish Murtha, μιας καλλιτέχνιδας που αφιέρωσε τη ζωή της στην αποτύπωση της εργατικής τάξης στο Newcastle upon Tyne.

Και αυτή είναι μία δήλωση. Ο Fender μπορεί να μη ζει πια σε αυτή την πραγματικότητα, αλλά δεν την ξεχνάει.

Το «People Watching» είναι γεμάτο από στιγμές ευαισθησίας, αυτοκριτικής και, ίσως πάνω απ’ όλα, νοσταλγίας.

Στο «Nostalgia Lies», ρωτά: «Μπορείς να με πας πίσω κάπου, αγάπη μου; / Εκεί που νιώθω ασφαλής;». Είναι ένα τραγούδι που ξεγυμνώνει την ψυχή του, που αποκαλύπτει τη σύγκρουση ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν.

Στο «Chin Up», με μία μελωδία που θυμίζει Oasis, ο Sam Fender αυτοσαρκάζεται: «Καλομαθημένος, τεμπέλης και χαζός, είκοσι οκτώ, και ακόμα να πιπιλάω τον αντίχειρά μου».

Αλλά δεν μένει εκεί. Μέσα από την ωμή ειλικρίνειά του, αναδεικνύει τον πόνο των παλιών του φίλων που παλεύουν με την εξάρτηση και την απώλεια.

Το «Wild Long Lie» είναι μία υπενθύμιση πως, όταν επιστρέφουμε στα μέρη που μεγαλώσαμε, γινόμαστε ξανά οι άνθρωποι που ήμασταν τότε.

Και μετά έρχεται το «TV Dinner» – η καρδιά του δίσκου. Ένα πιάνο και μία φωνή που τρέμει, καθώς ο Sam Fender αναρωτιέται τι σημαίνει να είσαι διάσημος, τι σημαίνει να έχεις λεφτά, τι σημαίνει να βλέπεις τον κόσμο να πνίγεται και να μην μπορείς να κάνεις τίποτα γι’ αυτό.

Ένα τραγούδι που αποτυπώνει μία αίσθηση αποξένωσης και ενοχής, καθώς ο ίδιος αναλογίζεται πώς η επιτυχία τον έχει απομακρύνει από τις ρίζες του.

Το «People Watching» δεν είναι απλώς ένας indie rock δίσκος. Ο Sam Fender πειραματίζεται, ανοίγει τον ήχο του, τολμά να πάει παραπέρα.

Τα τελευταία τραγούδια του άλμπουμ, το «Something Heavy» και «Remember My Name», μοιάζουν να σηματοδοτούν το επόμενο του βήμα. Πιο ώριμος, πιο τολμηρός, πιο ανοιχτός σε νέα ηχοτοπία.

Με την ανακοίνωση τριών τεράστιων υπαίθριων συναυλιών στο Μάντσεστερ (Wythenshawe Park), το Εδιμβούργο (Royal Highland Showgrounds) και το Μπέλφαστ (Boucher Road Playing Fields), καθώς και μία sold-out ευρωπαϊκή περιοδεία, ο Sam Fender βρίσκεται στο αποκορύφωμα της καριέρας του.

Οι υποψηφιότητές του στα BRIT Awards 2025 για το βραβείο του Καλλιτέχνη της Χρονιάς και τον Καλύτερο Best Alternative/Rock Καλλιτέχνη είναι ένας από τους σημαντικότερους τραγουδοποιούς της εποχής του.

Με το «People Watching», ο Sam Fender δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας: είναι ένας από τους πιο οξυδερκείς αφηγητές της γενιάς του, ένας δημιουργός που ξέρει πώς να μετατρέπει τις εμπειρίες και τις παρατηρήσεις του σε κάτι διαχρονικό.

Αν το «Seventeen Going Under» ήταν η φωνή ενός νεαρού που παλεύει να βρει τη θέση του στον κόσμο, τότε το «People Watching» είναι το βλέμμα ενός άνδρα που έχει σταθεί στο περιθώριο, έχει κοιτάξει πίσω και έχει καταλάβει. Είναι η ωριμότητα που έρχεται όχι με την ηλικία, αλλά με τη συνειδητοποίηση.

Το «People Watching» είναι ένας δίσκος που κοιτάζει γύρω του και βλέπει. Βλέπει τους ανθρώπους, βλέπει την κοινωνία, βλέπει τον ίδιο τον Sam Fender. Και ίσως, μέσα από τα τραγούδια του, να βλέπουμε κι εμείς λίγο καλύτερα τον εαυτό μας.

Πηγή: postmelody.gr